deusΟι Ελληνες είμαστε είτε λαός βαθιά θρησκόληπτος (πολύ διαφορετικό από το θρήσκος, όπως είναι για παράδειγμα οι Ιρλανδοί) είτε ένας λαός βαθιά φοβισμένος. Πράγμα κατά βάθος το ίδιο. 

Πάσχουμε από το φόβο του αγνώστου, τον πανικό απέναντι στη δυνατότητα επιλογής, τη φοβία της ευθύνης, τον τρόμο της ελευθερίας.

Ακόμη και σήμερα, τρία χρόνια μετά την πρώτη καταστροφή, μεγάλο μέρος των συμπατριωτών μας κατορθώνουν να πείσουν τον εαυτό τους ότι υπάρχει μια συνειδητή ροή γεγονότων, ένα προκαθορισμένο πλάνο, μια σειρά από προϋπάρχουσες βεβαιότητες για το καλό ή για το κακό (δεν έχει και μεγάλη σημασία γιατί η κατάληξη της πεποίθησης αυτής είναι η ίδια). 

Από τις πιο αβαθείς ως τις πιο ψαγμένες ανησυχίες το ίδιο μοτίβο αναδύεται κάτω από την επιφάνεια των ανακουφιστικών πεποιθήσεων: κάποιοι μας επιβουλεύονται, προφανώς μ'εναν απώτερο σκοπό, κάποιοι μας ψεκάζουν ή μας παραμυθιάζουν, κάποιοι έχουν στο νου τους μια προοπτική για τη χώρα και για εμάς μαζί της, ένα μνημόνιο του Θεού, μια δυνατότητα όχι πολύ καλή αλλά τέλος πάντων ένα αύριο, ένα μέλλον. Κάποιοι θα μας σώσουν λίγο πριν έλθει το δεύτερο κύμα από το τσουνάμι, πριν βουτήξουμε στο χάος της βίας και της διάλυσης γιατί "δε μπορεί να γίνει αλλιώς". 

Μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων, όχι απαραίτητα αμόρφωτοι ή φανατικοί, αρνούνται να δουν το προφανές και γραπώνονται από μιαν αυταπάτη, μια φενάκη. 

Νά'ναι η γλύκα του κλίματός μας και η αγκαλιά των τοπίων μας; Νά'ναι η συνήθεια και το άφεμα στη ναρκωτική οικογενειακή θαλπωρή; Νά'ναι η φυσική αντίδραση απέναντι στα τρομερά πού'χουν συμβεί στον τόπο αυτό, που ερήμωσε και ξαναγέμισε αμέτρητες φορές από όλου του κόσμου τις φυλές, όλα κείνα που ξεχνούμε για να κοιμόμαστε ήσυχοι; Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: η μάταιη πεποίθηση ότι αυτοί που μας κυβερνούν, που διοικούν το κράτος, που κουμαντάρουν τις περισσότερες επιχειρήσεις, οι πατεράδες των σογιών, έχουν ένα πλάνο σε βάθος χρόνου, ένα κάποιο έστω ιδιοτελές σχέδιο. Κι αφού αυτό υπάρχει, έπεται το χαλαρωτικό και μοιραίο συμπέραμα: "τότες δε μπορεί, μάλλον θάμαστε κι εμείς μέρος του. Εχει ο Θεός". 

Λες κι αν υπήρχε κάποιο σχέδιο, οποιασδήποτε μορφής και είδους, θα ήμασταν στην κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. 

Κι όταν διακρίνουμε το προφανές, το αυταπόδεικτο, στα άδεια κι έντρομα μάτια των ισχυρών μας, ότι τελικά δεν υπάρχει τίποτα, ότι πορεύονται όπως-όπως και μαζί μ’αυτούς κι εμείς, μέρα με την ημέρα, ώρα με την ώρα, αυτοσχεδιάζοντας με χειρονομίες, μεγαλοστομίες και βλαστήμιες, κωλυσιεργώντας το μέλλον, τότε οι περισσότεροι σκεπάζουμε τα μάτια μας με αμηχανία, με έκπληξη, με προσποιητή αφέλεια. 

Δεν συζητούμε ό,τι μας πονά κι ό,τι μας πληγώνει, δηλαδή ό,τι μπορεί να μας αλλάξει, μπας και το κακό έρθει και προσπεράσει αλαφροπάτητο.

Μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, σε μια χώρα που ερημώνει και λιγοστεύει, αρνείται συνειδητά να δει την αλήθεια που ήδη γνωρίζει. 

Οχι μόνο, ούτε κυρίως, γιατί δεν έχει τα μέσα, την πληροφόρηση, τη γνώση. Αλλά γιατί δεν έχει τη διάθεση, το τσαγανό, το κίνητρο, τα ψυχικά εφόδια να κάνει επιλογές, να αρνηθεί κάτι για χάρη κάποιου άλλου. Να αντικριστεί με τον εαυτό και να αλλάξει. Δεν τό'μαθε ποτέ γιατί δεν τό'κανε ποτέ. 

Κι έτσι τη στιγμή «για να αποφασίσεις με ποιούς θα πάς, και ποιους θ’αφήσεις» η θέληση σαρώνεται από ένα φόβο που μεταμορφώνεται σε μεταφυσική πίστη. Την πίστη ότι κάποιος, κάπου, κάτι έχει σχεδιάσει για εμάς, κάποια έστω μικρή και φτωχική γωνίτσα μας έχει κρατήσει στο μέλλον.

Για τον λόγο αυτό η μεταρρύθμιση, η αλλαγή, δεν καταφέρνει να ριζώσει όσο δεν βρίσκουμε τη δύναμη να αντικρίσουμε τη γυμνή αλήθεια, ότι πορευόμαστε στο κενό οδηγημένοι από ακόμη πιο φοβισμένους και ναρκωμένους εθελότυφλους. 

Μόνοι μπροστά στον καθρέφτη. Εμείς και ο εαυτός μας.

 

Ο Γιώργος Γιαννούλης-Γιαννουλόπουλος είναι ειδικός εμπειρογνώμονας σε θέματα ανάπτυξης, δημοσίων επενδύσεων, παιδείας, πολιτισμού και καινοτομίας. Είναι Αντιπρόεδρος πολιτικού συντονισμού της πολιτικής κίνησης "Δημιουργία, ξανά!"

 

εικόνα: από Βυζαντινή εκκλησία σκαμμένη στον βράχο στην Καπαδοκία (Göreme, Τουρκία) κατά την εικονοκλαστική περίοδο (725-842)