Στο δράμα της οικογένειας του Παύλου Φύσσα προστέθηκαν αυτά των οικογενειών των Μανώλη Καπελώνη, Γεώργιου Φουντούλη και ελπίζουμε όχι του Αλέξανδρου Γέροντα.

Δεν υπάρχει ελαφρυντικό για μια εν ψυχρώ δολοφονία. Δεν έχει χρώμα, ιδεολογία ή πολιτικό περιεχόμενο. Είναι μια ακραία παράνομη και απάνθρωπη πράξη που κάθε νοήμων άνθρωπος καταδικάζει χωρίς “ναι μεν, αλλά”.

Ο πολίτης όμως περιμένει από τον πολιτικό κόσμο κάτι περισσότερο από την αυτονόητη καταδίκη. Περιμένει να μάθει πώς φτάσαμε στο σημείο οι πολιτικές διαφορές να “λύνονται” με σκοτωμούς και ποια η ευθύνη της πολιτικής γι’ αυτό. Περιμένει την απάντηση στο θεμελιώδες ερώτημα: τις περιώνυμες “κόκκινες γραμμές” για το τι είναι επιτρεπτό και τι όχι ποιος τις βάζει; Ο νόμος ή ο καθένας μόνος του;

Δεν κουραζόμαστε να επαναλαμβάνουμε: όταν ξεκινήσει ο κύκλος της βίας θα καταλήξει νομοτελειακά στον φόνο. Αν αποδεχθούμε ότι τον ορισμό της βίας τον δίνει ο καθένας κατά το δοκούν ή το συμφέρον, αν θεωρήσουμε ότι η βία που κρατάει κομματική σημαία είναι δικαιολογημένη, είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν και κάποιοι που θα αναθέσουν στον εαυτό τους τον ρόλο του τιμωρού – εκτελεστή.

Μαζί με τα συλλυπητήριά μας στις οικογένειες των θυμάτων, απευθύνουμε έκκληση στο πολιτικό σύστημα να αντιληφθεί ότι ο ιός της βίας αναπτύσσεται όταν αδρανοποιούνται τα αντισώματα της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας. Από κει ξεκινάει η μόλυνση.

Το φάρμακο γι’ αυτή τη βαριά αρρώστια που έχει χτυπήσει την κοινωνία μας, λέγεται κράτος δικαίου. Όχι μόνο νόμοι που να εφαρμόζονται. Κυρίως, δίκαιοι νόμοι.

Καταδικάστε, σκουπίστε, τελειώσατε;